char
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- char < συντομογραφία του character
Συντομομορφή επεξεργασία
char (en)
- (πληροφορική, προγραμματισμός) σε πολλές γλώσσες προγραμματισμού χρησιμοποιείται στον ορισμό του τύπου δεδομένων που μπορεί να πάρει μεταβλητή ώστε να αναπαριστάνει ένα χαρακτήρα ή σύμβολο
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
char (fr) αρσενικό
- το άρμα (το αρχαίο πολεμικό άρμα, το σημερινό άρμα μάχης, το άρμα του καρναβαλιού
- το τανκ, το ερπυστριοφόρο
- (Καναδάς) το αυτοκίνητο