bruselano
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- bruselano < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bruselano | bruselanoj |
αιτιατική | bruselanon | bruselanojn |
bruselano (eo)
- (εθνικό όνομα) ο κάτοικος των Βρυξελλών, ο Βρυξελλιώτης