Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
brol brols

  Ουσιαστικό επεξεργασία

brol (fr) αρσενικό

Συνώνυμα επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη pagaille