brokolo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- brokolo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | brokolo | brokoloj |
αιτιατική | brokolon | brokolojn |
brokolo (eo)
- το μπρόκολο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | brokolo | brokoloj |
αιτιατική | brokolon | brokolojn |
brokolo (eo)