Άνοιγμα κύριου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Κοντινά
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
brama
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Πολωνικά (pl)
1.1
Ουσιαστικό
1.1.1
Συγγενικές λέξεις
1.1.2
Δείτε επίσης
Πολωνικά
(pl)
Επεξεργασία
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
brama
brama
brama
(pl)
θηλυκό
στοιχείο αμυντικής ή άλλης περίφραξης που χρησιμεύει και για είσοδο - έξοδο, η
πύλη
Συγγενικές λέξεις
Επεξεργασία
bramka
Δείτε επίσης
Επεξεργασία
drzwi
wrota