boisterous
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- boisterous < μέση αγγλική boistous
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈbɔɪs.tə.ɹəs/
ΕπίθετοΕπεξεργασία
boisterous (en)
- γεμάτος ενέργεια, θορυβώδης
- που χαρακτηρίζεται από βιαιότητα και ορμή, άγριος, θυελλώδης
- ζωηρός, πληθωρικός