bluĝino
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- bluĝino < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bluĝino | bluĝinoj |
αιτιατική | bluĝinon | bluĝinojn |
bluĝino (eo)
- το μπλου τζιν
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bluĝino | bluĝinoj |
αιτιατική | bluĝinon | bluĝinojn |
bluĝino (eo)