Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
blanchiment
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
blanchiment
blanchiments
blanchiment
(fr)
αρσενικό
το
άσπρισμα
(τοίχου ή λόγω αποχρωματισμού)
ξέπλυμα
βρώμικου
χρήματος