bilanco
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- bilanco < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bilanco | bilancoj |
αιτιατική | bilancon | bilancojn |
bilanco (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | bilanco | bilancoj |
αιτιατική | bilancon | bilancojn |
bilanco (eo)