Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /bø.te/

beuter (fr)

  1. (αργκό) ξεδίνω
  2. (αργκό) πάω
    Comment ça beute ? = πώς πάει;
  3. (αργκό) παραγεμίζω, γεμίζω, στουμπώνω