Ετυμολογία

επεξεργασία

besogner < → δείτε τις λέξεις besogne και -er

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /bə.zɔ.ɲe/

besogner (fr)

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη besoin