bat
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
bat | bats |
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
bat (en)
- (θηλαστικό ζώο) η νυχτερίδα
- (αθλητισμός) το αντικείμενο το οποίο χρησιμοποιούμε για να χτυπήσουμε μια μπάλα
- (μειωτικό) η ηλικιωμένη γυναίκα
- (ανεπίσημο) ο ρυθμός κίνησης, η ταχύτητα
- (ΗΠΑ, αργκό, παρωχημένο) η γιορτή
Παράγωγα επεξεργασία
- Batman (χαρακτήρας κόμικς)
Βασκικά (eu) επεξεργασία
Αριθμητικό επεξεργασία
bat (eu)