Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ba.kɑ̃t/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
bacchante bacchantes

bacchante (fr) θηλυκό