ρήμα atribui
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας atribuas atribuanta atribuata
αόριστος atribuis atribuinta atribuita
μέλλοντας atribuos atribuonta atribuota
υποθετική atribuus - -
προστακτική atribuu - -

atribui (eo)

oni atribuis al li la diplomon, του χορήγησαν το δίπλωμα