arkidukino
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- arkidukino < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | arkidukino | arkidukinoj |
αιτιατική | arkidukinon | arkidukinojn |
arkidukino (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | arkidukino | arkidukinoj |
αιτιατική | arkidukinon | arkidukinojn |
arkidukino (eo)