arbo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | arbo | arboj |
αιτιατική | arbon | arbojn |
arbo (eo)
- το δέντρο
Σύνθετα
επεξεργασία- abrikotarbo
- ...