approve
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
ενεστώτας | approve |
γ΄ ενικό ενεστώτα | approves |
αόριστος | approved |
παθητική μετοχή | approved |
ενεργητική μετοχή | approving |
ΡήμαΕπεξεργασία
approve (en)
ενεστώτας | approve |
γ΄ ενικό ενεστώτα | approves |
αόριστος | approved |
παθητική μετοχή | approved |
ενεργητική μετοχή | approving |
approve (en)