Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
aperçu aperçus

  Ουσιαστικό επεξεργασία

aperçu (fr) αρσενικό

  1. μια πρώτη συνοπτική ιδέα ή εικόνα που μπορούμε να έχουμε στα γρήγορα για κάτι
  2. γρήγορη παρατήρηση που παρουσιάζει τα πράγματα από μια νέα άποψη