antécédent
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | antécédent | antécédents |
θηλυκό | antécédente | antécédentes |
antécédent (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | antécédent | antécédents |
θηλυκό | antécédente | antécédentes |
antécédent (fr)