ενικός         πληθυντικός  
angioma angiomas
Και πληθυντικός angiomata

Ουσιαστικό

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɐ̃.ʒiˈõ.mɐ/ (Βραζιλία)
ΔΦΑ : /ɐ̃ˈʒjo.mɐ/ (Πορτογαλία)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

angioma (pt) αρσενικό