afekta
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | afekta | afektaj |
αιτιατική | afektan | afektajn |
afekta (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | afekta | afektaj |
αιτιατική | afektan | afektajn |
afekta (eo)