acquata
Ιταλικά (it) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- acquata < acqua
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
acquata (it) θηλυκό (πληθυντικός: acquate)
- (μετεωρολογία) η νεροποντή
- (παρωχημένο) ανεφοδιασμός πλοίου με νερό
Πηγές επεξεργασία
- acquata - Vocabolario Treccani online, Istituto della Enciclopedia Italiana (Istituto Treccani).