acide carbonique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- acide carbonique < → δείτε τις λέξεις acide και carbonique
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασία
acide carbonique (fr) αρσενικό
- (χημεία) το ανθρακικό οξύ