aĉetkontrakto
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aĉetkontrakto | aĉetkontraktoj |
αιτιατική | aĉetkontrakton | aĉetkontraktojn |
aĉetkontrakto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aĉetkontrakto | aĉetkontraktoj |
αιτιατική | aĉetkontrakton | aĉetkontraktojn |
aĉetkontrakto (eo)