Δείτε επίσης: ρέκτις

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

ῥέκτις < αρχαία ελληνική ῥέκ(της) (μορφή του ῥεκτήρ) + κατάληξη θηλυκού -τις (μαρτυρείται από το 1888)[1]

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ῥέκτις θηλυκό

Άλλες μορφές επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. O Στέφανος Κουμανούδης αναφέρει το 1897 ως έτος πρώτης γραπτής εμφάνισης.