Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των σελίδων που χρειάζονται επιμέλεια και έλεγχο
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού.

Για έλεγχο. Ας γίνει έλεγχος από φιλόλογο. Λείπει η ταυτοποίηση παραθεμάτων. ‑‑Sarri.greek  | 16:56, 28 Φεβρουαρίου 2022 (UTC).


Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ὠδῑν-
ονομαστική ὠδίς αἱ ὠδῖνες
      γενική τῆς ὠδῖνος τῶν ὠδίνων
      δοτική τῇ ὠδῖν ταῖς ὠδῖσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν ὠδῖν τὰς ὠδῖνᾰς
     κλητική ! ὠδίς ὠδῖνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ὠδῖνε
γεν-δοτ τοῖν  ὠδίνοιν
Το δίχρονο φωνήεν του θέματος σε -ῑν είναι μακρό.
3η κλίση, Κατηγορία 'δελφίς' όπως «δελφίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ὠδίς, ήδη ομηρικό < πιθανόν ὠδ-, μεταπτωτική βαθμίδα θέματος όπως στο ρήμα έδω (τρώω}} με επίθημα -ιν-. Αν ισχύει αυτό, τότε το ὀδύνη είναι ομόρριζο (όπως ο πόνος, η οδύνη «κατατρώει» τον άνθρωπο) [1]

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ὠδίς θηλυκό

  1. οι ωδίνες, δηλαδή οι πόνοι του τοκετού, το κοιλοπόνημα
    γυνὴ φεύγει πικρὰν ὠδῖνα παίδων χρειάζεται παράθεμα
  2. το ίδιο το παιδί ή ό,τι γεννιέται, ακόμα και το αυγό του πουλιού
    παῖδα, φιλτάτην ἐμοὶ ὠδῖνα (πολυαγαπημένο μου παιδί, γέννημα του πόνου μου)
  3. (μεταφορικά) ο βαθύς έντονος πόνος
    κεῖνος δ᾽ ὅπου βέβηκεν οὐδεὶς οἶδε: πλὴν ἐμοὶ πικρὰς ὠδῖνας αὐτοῦ προσβαλὼν ἀποίχεται
    κανείς δεν ξέρει πού πήγε (ο Ηρακλής): εκείνο που ξέρω είναι οι πικροί πόνοι που μου προξένησε η απουσία του
  4. (μεταφορικά) ο καρπός μιας επίπονης και σοβαρής δουλειάς, που μοιάζει με τη γέννα
    λόγων ὠδῖνες (για τη λογοτεχνία)
  5. πόνοι θανάτου (έννοια που δόθηκε κατά τα χριστιανικά χρόνια κατά λάθος, όταν μετέφραζαν το ελληνικό κείμενο στα λατινικά, εξαιτίας, σύμφωνα με τους Liddell και Scott της σύγχυσης με δύο παρεμφερείς εβραϊκές λέξεις, την ěbel και ēbel )

Άλλες μορφές επεξεργασία

  • ὠδίν (μεταγενέστερος τύπος)

Συγγενικά επεξεργασία

  • (Χρειάζεται επεξεργασία)

  Αναφορές επεξεργασία

  1. «ωδίνες» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. 

  Πηγές επεξεργασία