Ετυμολογία

επεξεργασία
ἐπιφέρομαι < μεσοπαθητικό του ἐπιφέρω

ἐπιφέρομαι

  1. επιτίθεμαι, χτυπώ
  2. οδηγούμαι προς
  3. επικρέμαμαι ως απειλή