ἐκβαίνω
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ἐκβαίνω < μεσαιωνική ελληνική ἐκβαίνω < ἐκ- + βαίνω
Ρήμα επεξεργασία
ἐκβαίνω
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ρήμα επεξεργασία
ἐκβαίνω
ἐκβαίνω
ἐκβαίνω