Δείτε επίσης: Αφρικανός, αφρικανός, Αφρικάνος, αφρικάνος

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἀφρικανός < Ἀφρικ(ή) + -ανός

  Επίθετο

επεξεργασία
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Ἀφρικανός Ἀφρικανή τὸ Ἀφρικανόν
      γενική τοῦ Ἀφρικανοῦ τῆς Ἀφρικανῆς τοῦ Ἀφρικανοῦ
      δοτική τῷ Ἀφρικαν τῇ Ἀφρικαν τῷ Ἀφρικαν
    αιτιατική τὸν Ἀφρικανόν τὴν Ἀφρικανήν τὸ Ἀφρικανόν
     κλητική ! Ἀφρικανέ Ἀφρικανή Ἀφρικανόν
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ Ἀφρικανοί αἱ Ἀφρικαναί τὰ Ἀφρικανᾰ́
      γενική τῶν Ἀφρικανῶν τῶν Ἀφρικανῶν τῶν Ἀφρικανῶν
      δοτική τοῖς Ἀφρικανοῖς ταῖς Ἀφρικαναῖς τοῖς Ἀφρικανοῖς
    αιτιατική τοὺς Ἀφρικανούς τὰς Ἀφρικανᾱ́ς τὰ Ἀφρικανᾰ́
     κλητική ! Ἀφρικανοί Ἀφρικαναί Ἀφρικανᾰ́
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ Ἀφρικανώ τὼ Ἀφρικανᾱ́ τὼ Ἀφρικανώ
      γεν-δοτ τοῖν Ἀφρικανοῖν τοῖν Ἀφρικαναῖν τοῖν Ἀφρικανοῖν
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'καλός' όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ἀφρικανός, -ή, -όν

Εκφράσεις

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἀφρικανός οἱ Ἀφρικανοί
      γενική τοῦ Ἀφρικανοῦ τῶν Ἀφρικανῶν
      δοτική τῷ Ἀφρικαν τοῖς Ἀφρικανοῖς
    αιτιατική τὸν Ἀφρικανόν τοὺς Ἀφρικανούς
     κλητική ! Ἀφρικανέ Ἀφρικανοί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἀφρικανώ
γεν-δοτ τοῖν  Ἀφρικανοῖν
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ἀφρικανός αρσενικό (ελληνιστική κοινή)

  1. (πατριδωνυμικό) αυτός που καταγόταν από την Αφρική
  2. ανδρικό όνομα

Συγγενικά

επεξεργασία

για το όνομα: