Δείτε επίσης: άνοδος
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ἄνοδος αἱ ἄνοδοι
      γενική τῆς ἀνόδου τῶν ἀνόδων
      δοτική τῇ ἀνόδ ταῖς ἀνόδοις
    αιτιατική τὴν ἄνοδον τὰς ἀνόδους
     κλητική ! ἄνοδε ἄνοδοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἀνόδω
γεν-δοτ τοῖν  ἀνόδοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «κάμινος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία 1

επεξεργασία
ἄνοδος < ἀν(ά) + ὁδός

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ἄνοδος θηλυκό

  1. δρόμος προς τα πάνω, όπως αυτός της Ακρόπολης
  2. (μεταφορικά) πορεία προς τα άνω, ανάβαση σε υψηλότερο σημείο, ανέβασμα
      5ος/4ος πκε αιώνας Πλάτων, Πολιτεία, 7, 517b
    τὴν δὲ ἄνω ἀνάβασιν καὶ θέαν τῶν ἄνω τὴν εἰς τὸν νοητὸν τόπον τῆς ψυχῆς ἄνοδον τιθεὶς οὐχ ἁμαρτήσῃ τῆς γ᾽ ἐμῆς ἐλπίδος, ἐπειδὴ ταύτης ἐπιθυμεῖς ἀκούειν.
    αν ακόμα δεχτείς πως εκείνος ο δεσμώτης που ανεβαίνει εδώ πάνω και βλέπει όσα βλέπει παρασταίνει το ανέβασμα της ψυχής από τον ορατό στον νοητό κόσμο, θα είσαι μέσα σε κείνο που πιστεύω εγώ τουλάχιστο, αφού αυτό επιθυμούσες ν᾽ ακούσεις.
    Μετάφραση (στη δημοτική, χ.χ.): Ιωάννης Γρυπάρης. Θεσσαλονίκη: ΚΕΓ, 2015 (στην καθαρεύουσα, 1911, Εκδ.Φέξη) @greeklanguage.gr
  3. πορεία από τα παράλια προς τα μεσόγεια, ιδίως της Κεντρικής Ασίας
  4. ανηφοριά, πλαγιά ενός υψώματος

Ετυμολογία 2

επεξεργασία
  • χωρίς δρόμο, αδιάβατος, απροσπέλαστος, αδιέξοδος
      5ος/4ος πκε αιώνας Ξενοφῶν, Κύρου Ἀνάβασις, 4, 133
    ἔλεξεν οὖν Ξενοφῶν ὅτι δοκοίη παύσαντας τὴν φάλαγγα λόχους ὀρθίους ποιῆσαι· ἡ μὲν γὰρ φάλαγξ διασπασθήσεται εὐθύς· τῇ μὲν γὰρ ἄνοδον τῇ δὲ εὔοδον εὑρήσομεν τὸ ὄρος· καὶ εὐθὺς τοῦτο ἀθυμίαν ποιήσει ὅταν τεταγμένοι εἰς φάλαγγα ταύτην διεσπασμένην ὁρῶσιν.
    Ο Ξενοφώντας τότε είπε πως θεωρούσε φρόνιμο να χαλάσουν τη φάλαγγα και να παρατάξουν τους άντρες των λόχων σε βάθος μεγάλο και μέτωπο μικρό. «Γιατί η φάλαγγα γρήγορα θα διασπαστεί, αφού το βουνό σ᾽ άλλα μέρη θα το βρούμε αδιάβατο και σε άλλα ευκολοπέραστο. Κι αυτό τότε θα απογοητέψει τους στρατιώτες που θα βλέπουν διασπασμένη την παράταξή τους.
    Μετάφραση (1981): Γεώργιος Δ. Ζευγώλης. Αθήνα:ΟΕΔΒ @greeklanguage.gr
      5ος πκε αιώνας Εὐριπίδης, Ἰφιγένεια ἐν Ταύροις, στίχ. 885
    ἀλλὰ ποδῶν ῥιπᾷ θανάτῳ πελάσεις ἄρα βάρβαρα φῦλα καὶ δι᾽ ὁδοὺς ἀνόδους στείχων·
    Μα, πεζοπόρος τρέχοντας, θα ᾽σαι κοντά στο θάνατο, ανάμεσ᾽ από βάρβαρες φυλές ως θα περνάς και δρόμους κακοτράχαλους.
    Μετάφραση (1972) Η Ιφιγένεια στη χώρα των Ταύρων: Θρασύβουλος Σταύρου, Αθήνα: Εστία, 1979:ΟΕΔΒ @greeklanguage.gr
     αντώνυμα: εὔοδος