Ρηματικός τύπος

επεξεργασία
ἄκουσον
  • β΄ πρόσωπο ενικού στην προστακτική ενεργητικού αορίστου του ρήματος ἀκούω
→ δείτε τη λέξη  ἀκούω

Εκφράσεις

επεξεργασία