Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ἄγγος < ἀγκή

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ἄγγος ουδέτερο, γενική ἄγγεος, ἄγγους

  1. αγγείο για κρασί ή γάλα ή στερεές ουσίες
  2. λίκνο, κούνια
  3. κιβώτιο, λάρναξ
  4. πίθος
  5. (συνεκδοχικά) κοιλότητα του σώματος, π.χ. μήτρα ή στομάχι

  Αναφορές επεξεργασία

  • Henry Liddell - Robert Scott, A Greek English Lexicon, 7th Edition, 1883