ἀνεξέλεγκτος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- ἀνεξέλεγκτος < ἀν- + ἐξελέγχω
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ⇘ νέα ελληνικά: ανεξέλεγκτος
Επίθετο
επεξεργασία
ἀνεξέλεγκτος, -ος, -ον
- (για επιχειρήματα, αντιλήψεις) που είναι αδύνατο να ελεγχθεί
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 1, 21.1
- ἐκ δὲ τῶν εἰρημένων τεκμηρίων ὅμως τοιαῦτα ἄν τις νομίζων μάλιστα ἃ διῆλθον οὐχ ἁμαρτάνοι, καὶ οὔτε ὡς ποιηταὶ ὑμνήκασι περὶ αὐτῶν ἐπὶ τὸ μεῖζον κοσμοῦντες μᾶλλον πιστεύων, οὔτε ὡς λογογράφοι ξυνέθεσαν ἐπὶ τὸ προσαγωγότερον τῇ ἀκροάσει ἢ ἀληθέστερον, ὄντα ἀνεξέλεγκτα καὶ τὰ πολλὰ ὑπὸ χρόνου αὐτῶν ἀπίστως ἐπὶ τὸ μυθῶδες ἐκνενικηκότα, ηὑρῆσθαι δὲ ἡγησάμενος ἐκ τῶν ἐπιφανεστάτων σημείων ὡς παλαιὰ εἶναι.
- Εντούτοις δεν θα έσφαλλε κανείς αν, με βάση τις ενδείξεις που ανάφερα, πίστευε ότι τα πράγματα έγιναν —κατά το μεγαλύτερο μέρος— όπως τα ιστόρησα. Δεν θα έπρεπε να δοθεί μεγαλύτερη πίστη στους ποιητές που ύμνησαν τα γεγονότα αυτά υπερβάλλοντας και στολίζοντάς τα ή στους χρονογράφους που έγραψαν περισσότερο για να τέρψουν τους ακροατές τους παρά για να πουν την αλήθεια. Δεν θα υπάρχει τρόπος να ελεγχθούν τα γεγονότα αυτά που είναι τόσο παλιά, ώστε βρίσκονται στην περιοχή του μύθου. Όμως πρέπει να θεωρηθεί ότι, αν και τόσο παλιά, τα γεγονότα αυτά έχουν εξακριβωθεί με βάση τις πιο σοβαρές ενδείξεις.
- Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr
- ἐκ δὲ τῶν εἰρημένων τεκμηρίων ὅμως τοιαῦτα ἄν τις νομίζων μάλιστα ἃ διῆλθον οὐχ ἁμαρτάνοι, καὶ οὔτε ὡς ποιηταὶ ὑμνήκασι περὶ αὐτῶν ἐπὶ τὸ μεῖζον κοσμοῦντες μᾶλλον πιστεύων, οὔτε ὡς λογογράφοι ξυνέθεσαν ἐπὶ τὸ προσαγωγότερον τῇ ἀκροάσει ἢ ἀληθέστερον, ὄντα ἀνεξέλεγκτα καὶ τὰ πολλὰ ὑπὸ χρόνου αὐτῶν ἀπίστως ἐπὶ τὸ μυθῶδες ἐκνενικηκότα, ηὑρῆσθαι δὲ ἡγησάμενος ἐκ τῶν ἐπιφανεστάτων σημείων ὡς παλαιὰ εἶναι.
- ※ 4ος πκε αιώνας ⌘ Ἀριστοτέλης, Σοφιστικοὶ Ἔλεγχοι κεφάλαιο 17.21 @scaife.perseus
- Διὰ μὲν γὰρ τὸ ἄδηλον εἶναι ποτέρως ἔχει τἀληθές, οὐ δόξει σοφίζεσθαι, διὰ δὲ τὸ ἀμφιδοξεῖν οὐ δόξει ψεύδεσθαι· ἡ δὲ μεταφορὰ ποιήσει τὸν λόγον ἀνεξέλεγκτον.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 1, 21.1
- (για πρόσωπα) άμεμπτος, άψογος, ανεπίληπτος
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ξενοφῶν, Κυνηγετικός, 13.7 @scaife.perseus
- καίτοι γέγραπταί γε οὕτως, ἵνα ὀρθῶς ἔχῃ, καὶ μὴ σοφιστικοὺς ποιῇ ἀλλὰ σοφοὺς καὶ ἀγαθούς· οὐ γὰρ δοκεῖν αὐτὰ βούλομαι μᾶλλον ἢ εἶναι χρήσιμα, ἵνα ἀνεξέλεγκτα ᾖ εἰς ἀεί.
- ≈ συνώνυμα: ἀνεπίληπτος, ἄμωμος
- ※ 5ος/4ος πκε αιώνας ⌘ Ξενοφῶν, Κυνηγετικός, 13.7 @scaife.perseus
Παράγωγα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία
- ἀνεξέλεγκτος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἀνεξέλεγκτος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.