Δείτε επίσης: Ἀλεκτρυών
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ᾰλεκτρυων-, ᾰλεκτρυον-
ονομαστική / ἀλεκτρυών οἱ/αἱ ἀλεκτρυόνες
      γενική τοῦ/τῆς ἀλεκτρυόνος τῶν ἀλεκτρυόνων
      δοτική τῷ/τῇ ἀλεκτρυόν τοῖς/ταῖς ἀλεκτρυόσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν/τὴν ἀλεκτρυόν τοὺς/τὰς ἀλεκτρυόνᾰς
     κλητική ! ἀλεκτρυών ἀλεκτρυόνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἀλεκτρυόνε
γεν-δοτ τοῖν  ἀλεκτρυόνοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'κανών' όπως «κανών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀλεκτρυών < ἀλέξω  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό

επεξεργασία