• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ἀκή

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αρχαία ελληνικά (grc)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Συγγενικά

Αρχαία ελληνικά (grc)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ᾰκη- ᾰκᾱ-
ονομαστική ἡ ἀκή αἱ ἀκαί
      γενική τῆς ἀκῆς τῶν ἀκῶν
      δοτική τῇ ἀκῇ ταῖς ἀκαῖς
    αιτιατική τὴν ἀκήν τὰς ἀκᾱ́ς
     κλητική ὦ! ἀκή ἀκαί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἀκᾱ́
γεν-δοτ τοῖν  ἀκαῖν
1η κλίση, Κατηγορία 'ψυχή' όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀκή < πρωτοελληνική *akā́ < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *h₂eḱ- (αιχμηρός)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ἀκή θηλυκό

  • η αιχμή

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • ᾰ̓κᾱ́ (δωρικός τύπος )
  • ἠκή (ιωνικός τύπος )

Συγγενικά

επεξεργασία
  • ἀκαχμένος
η λέξη ἀκὴ έδωσε στη νέα ελληνική και τις παρακάτω λέξεις:
  • αγκίδα
  • ακίδα
  • ακόνι
  • ακόνιτο
  • ακόντιο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ἀκή&oldid=6892072"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Ιουνίου 2024, στις 22:24

Γλώσσες

    • English
    • Français
    • Italiano
    • 日本語
    • 한국어
    • Kurdî
    • Malagasy
    • Svenska
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Ιουνίου 2024, στις 22:24.
    • Page was rendered with Parsoid.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας