Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ἀγείρας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
↓
πτώσεις
ενικός
ονομαστική
ὁ
ἀγείρᾱ
ς
ἡ
ἀγείρᾱσ
ᾰ
τὸ
ἀγεῖρᾰν
γενική
τοῦ
ἀγείρᾰντ
ος
τῆς
ἀγειρᾱ́σ
ης
τοῦ
ἀγείρᾰντ
ος
δοτική
τῷ
ἀγείρᾰντ
ῐ
τῇ
ἀγειρᾱ́σ
ῃ
τῷ
ἀγείρᾰντ
ῐ
αιτιατική
τὸν
ἀγείρᾰντ
ᾰ
τὴν
ἀγείρᾱσ
ᾰν
τὸ
ἀγεῖρᾰν
κλητική
ὦ
!
ἀγείρᾱ
ς
ἀγείρᾱσ
ᾰ
ἀγεῖρᾰν
↓
πτώσεις
πληθυντικός
ονομαστική
οἱ
ἀγείρᾰντ
ες
αἱ
ἀγείρᾱσ
αι
τὰ
ἀγείρᾰντ
ᾰ
γενική
τῶν
ἀγειρᾰ́ντ
ων
τῶν
ἀγειρᾱσ
ῶν
τῶν
ἀγειρᾰ́ντ
ων
δοτική
τοῖς
ἀγείρᾱ
σῐ
(
ν
)
ταῖς
ἀγειρᾱ́σ
αις
τοῖς
ἀγείρᾱ
σῐ
(
ν
)
αιτιατική
τοὺς
ἀγείρᾰντ
ᾰς
τὰς
ἀγειρᾱ́σ
ᾱς
τὰ
ἀγείρᾰντ
ᾰ
κλητική
ὦ
!
ἀγείρᾰντ
ες
ἀγείρᾱσ
αι
ἀγείρᾰντ
ᾰ
δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ
τὼ
ἀγείρᾰντ
ε
τὼ
ἀγειρᾱ́σ
ᾱ
τὼ
ἀγείρᾰντ
ε
γεν-δοτ
τοῖν
ἀγείρᾰ́ντ
οιν
τοῖν
ἀγειρᾱ́σ
αιν
τοῖν
ἀγειρᾰ́ντ
οιν
3η&1η κλίση
,
Κατηγορία 'λύσας'
όπως «
νικήσας
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
ἀγείρας, ἀγείρασα, ἀγεῖραν
μετοχή
ενεργητικού
αορίστου
(
ἤγειρα
)
του ρήματος
ἀγείρω