камила
Βουλγαρικά (bg)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαкамила (bg)
Σερβικά (sr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαкамила (sr) (λατινική γραφή: kamila) θηλυκό
- (θηλαστικό ζώο) η καμήλα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαкамила (mk)
камила (bg)
камила (sr) (λατινική γραφή: kamila) θηλυκό
камила (mk)