Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

< → δείτε τη λέξη ώρα

  Έκφραση επεξεργασία

ώρα με την ώρα

  • λέγεται για γεγονός που θα συμβεί στις αμέσως επόμενες ώρες, ή σε σύντομο σχετικά χρόνο
* "ώρα με την ώρα αναμένεται η άφιξη του προεδρικού αεροσκάφους

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία