όψια
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- όψια < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαόψια
- (κεφαλονίτικο ιδίωμα) από την καλή (όχι από την ανάποδη)
- Τη μπλούζα σου δεν τη φοράς όψια!
- Σε ξέρω και απ'την όψια και απ'την ανάποδη.
Μεταφράσεις
επεξεργασία όψια
|