ψάλιον
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ψάλιον < αβέβαιης ετυμολογίας ίσως συγγενούς ριζας με το ψέλιον ή ίσως (αν και όχι ιδιαίτερα πιθανό) ανάγεται στο ψάλλω
Ουσιαστικό επεξεργασία
ψάλιον ίσως και ψάλλιον ουδέτερο
ψάλιον ίσως και ψάλλιον ουδέτερο