Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο χωριανός οι χωριανοί
      γενική του χωριανού των χωριανών
    αιτιατική τον χωριανό τους χωριανούς
     κλητική χωριανέ χωριανοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

χωριανός < χωριό

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χωριανός αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία