χυτρίζω
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- χυτρίζω < χύτρα
Ρήμα επεξεργασία
χυτρίζω
- βάζω μέσα στη χύτρα
- εκθέτω βρέφος (ίσως να συνήθιζαν να μην το αφήνουν απόλυτα έκθετο, αλλά να το βάζουν σε μια μεγάλη χύτρα, όπως σήμερα το βάζουν σε ένα καλάθι ή πορτ-μπεμπέ)