χρωματοβιομηχανία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- χρωματοβιομηχανία < χρώμα + βιομηχανία
Ουσιαστικό επεξεργασία
χρωματοβιομηχανία θηλυκό
- βιομηχανία κατασκευής χρωμάτων
Μεταφράσεις επεξεργασία
χρωματοβιομηχανία
|
χρωματοβιομηχανία θηλυκό
|