Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο χρηματολογικός η χρηματολογική το χρηματολογικό
      γενική του χρηματολογικού της χρηματολογικής του χρηματολογικού
    αιτιατική τον χρηματολογικό τη χρηματολογική το χρηματολογικό
     κλητική χρηματολογικέ χρηματολογική χρηματολογικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι χρηματολογικοί οι χρηματολογικές τα χρηματολογικά
      γενική των χρηματολογικών των χρηματολογικών των χρηματολογικών
    αιτιατική τους χρηματολογικούς τις χρηματολογικές τα χρηματολογικά
     κλητική χρηματολογικοί χρηματολογικές χρηματολογικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

χρηματολογικός < λείπει η ετυμολογία

  Επίθετο επεξεργασία

χρηματολογικός

  Μεταφράσεις επεξεργασία