• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

χορείος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : χορεῖος

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο χορείος οι χορείοι
      γενική του χορείου των χορείων
    αιτιατική τον χορείο τους χορείους
     κλητική χορείε χορείοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

χορείος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή χορεῖος. Δείτε και χορός

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

χορείος αρσενικό

  • (αρχαία ελληνική μετρική) μετρικός πόδας με τρεις βραχύχρονες συλλαβές

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    χορείος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=χορείος&oldid=5528625"
Τελευταία επεξεργασία στις 5 Φεβρουαρίου 2022, στις 07:34

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 5 Φεβρουαρίου 2022, στις 07:34.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie