Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χλαπαταγή
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συνώνυμα
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
χλαπαταγ
ή
οι
χλαπαταγ
ές
γενική
της
χλαπαταγ
ής
των
χλαπαταγ
ών
αιτιατική
τη
χλαπαταγ
ή
τις
χλαπαταγ
ές
κλητική
χλαπαταγ
ή
χλαπαταγ
ές
Κατηγορία
όπως «
ψυχή
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
χλαπαταγή
<
όχλος
+
πάταγος
+
-ή
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
xla.pa.taˈʝi
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
χλαπαταγή
θηλυκό
(
λαϊκότροπο
)
οχλαγωγία
Συνώνυμα
επεξεργασία
οχλοβοή
φασαρία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χλαπαταγή
→
δείτε
τη λέξη
οχλαγωγία