χημειόταξη
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
χημειόταξη θηλυκό
- (βιολογία), (βιοχημεία): ο αυτόματος προσανατολισμός κυττάρου ή οργανισμού στη παρουσία συγκεκριμένης χημικής ουσίας
ΣημειώσειςΕπεξεργασία
- η χημειόταξη στην ουσία είναι αντίδραση είτε θετική (χημειοθελκτική). είτε αρνητική (χημειοαπωθητική). Χαρακτηριστικό παράδειγμα θετικής χημειόταξης είναι η προσέλκυση εντόμων στα χείλη ποτηριού μπύρας ή πορτοκαλάδας, ενώ στην αρνητική χημειόταξη βασίζονται οι απωθητικές πλακέτες κατά των κουνουπιών.
ΣυνώνυμαΕπεξεργασία
- χημειοταξία
- αγγλότροπα· δεν προτιμούνται: χημόταξη, χημοταξία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
χημειόταξη