χασαπομάχαιρο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
χασαπομάχαιρο ουδέτερο
- μεγάλο μαχαίρι που χρησιμοποιείται κατά τον τεμαχισμό των κρεάτων· (κυριολεκτικά) το μαχαίρι των χασάπηδων
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
χασαπομάχαιρο
|