Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

χαρτόσακος < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χαρτόσακος αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία