πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χαρτοπαιξία οι χαρτοπαιξίες
      γενική της χαρτοπαιξίας των χαρτοπαιξιών
    αιτιατική τη χαρτοπαιξία τις χαρτοπαιξίες
     κλητική χαρτοπαιξία χαρτοπαιξίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
χαρτοπαιξία (μαρτυρείται από το 1836)[1] < χαρτοπαίκ(της) + -σία (ξ < κ + σ), (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική cardplaying[2]

Ουσιαστικό

επεξεργασία

χαρτοπαιξία θηλυκό

  1. το παιχνίδι με τα χαρτιά της τράπουλας
     συνώνυμα: χαρτοπαίγνιο
  2. η συχνή ενασχόληση με το παιχνίδι αυτό, το πάθος

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. χαρτοπαιξία, σελ.1104, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου
  2. χαρτοπαιξία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας